Από το υπουργείο στις μπίζνες: Ανώτατα στελέχη του Δημοσίου σε εταιρείες που επόπτευαν | Έρευνα του Solomon για τις συγκρούσεις συμφερόντων στην Ελλάδα

Εικονογράφηση @ Γαλάτεια Ιατράκη/Solomon


Ίσως έχετε ακούσει για το φαινόμενο της «περιστρεφόμενης πόρτας», δηλαδή τη μετακίνηση ανώτερων στελεχών του Δημοσίου -όπως ένας υπουργός  ή ένας γενικός γραμματέας- σε θέσεις στον ιδιωτικό τομέα, συχνά σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε τομείς συναφείς με τις προηγούμενες αρμοδιότητές τους. Πρόκειται για ένα υπαρκτό ζήτημα που αναγνωρίζεται παγκοσμίως. Για παράδειγμα, μπορεί ο πρώην υπουργός Ναυτιλίας να αναλαμβάνει διευθύνων σύμβουλος στο μεγαλύτερο ναυπηγείο της χώρας; Ή ο διοικητής του Ταμείου Ανάκαμψης να μετακινείται σε εταιρεία που έλαβε εκατοντάδες εκατ. ευρώ από αυτό; Το Solomon ερευνά περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων στην Ελλάδα, αν τα πρώην στελέχη χρησιμοποιήσουν γνώσεις και διασυνδέσεις που απέκτησαν χάρη στη δημόσια θέση τους, Ρεπορτάζ: Δανάη Μαραγκουδάκη, Ηλιάνα Παπαγγελή, Σταύρος Μαλιχούδης • Εικονογράφηση: Γαλάτεια Ιατράκη. Ακολουθεί αναλυτικά η έρευνα:

Από τον Νοέμβριο του 2020 έως και τον Ιούλιο του 2023, ο Νίκος Μαντζούφας υπηρέτησε ως διοικητής της Ειδικής Υπηρεσίας Συντονισμού του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, μέσω της οποίας έχουν διατεθεί δεκάδες δισ. ευρώ ευρωπαϊκών πόρων στο ελληνικό κράτος για επενδύσεις και έργα υποδομών. Σύμφωνα με το οργανόγραμμα της υπηρεσίας, που υπάγεται στο υπουργείο Οικονομικών, επρόκειτο για την ανώτατη διευθυντική θέση.

Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 2024, ανακοινώνεται η πρόσληψη του κ. Μαντζούφα από τον όμιλο Sunlight Group.

Η «κορυφαία παγκοσμίως εταιρεία τεχνολογίας και πάροχος καινοτόμων λύσεων αποθήκευσης ενέργειας», όπως η ίδια συστήνεται, είχε εξασφαλίσει από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας χρηματοδότηση ύψους 245 εκατ. ευρώ για επενδύσεις, ανάμεσα στις οποίες περιλαμβανόταν και ένα μεγάλο εργοστάσιο παραγωγής μπαταριών λιθίου (gigafactory) στη Δυτική Μακεδονία – επένδυση που, ωστόσο, ακυρώθηκε πρόσφατα, εγείροντας ερωτήματα από μερίδα βουλευτών.

Η Sunlight Group είχε εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση κατά την περίοδο που στο Ταμείο προΐστατο ο Νίκος Μαντζούφας.

Προκύπτει ζήτημα σύγκρουσης συμφερόντων από τη μετακίνηση του κ. Μαντζούφα, μέσα σε λίγους μήνες, από το Δημόσιο σε επιχειρηματικό όμιλο που έλαβε 245 εκατ. ευρώ από το Ταμείο στο οποίο ο ίδιος προΐστατο;

Σύμφωνα με τη νομοθεσία περί σύγκρουσης συμφερόντων, για ένα έτος μετά την αποχώρηση από τη θέση τους, ασχέτως του λόγου για τον οποίο αποχώρησαν, τα στελέχη – κυβερνητικοί αξιωματούχοι, μετακλητοί, ειδικοί σύμβουλοι, κ.α. – οφείλουν να λαμβάνουν άδεια «για οποιαδήποτε επαγγελματική ή επιχειρηματική δραστηριότητα, που σχετίζεται με τη δραστηριότητα του φορέα στον οποίο διορίστηκαν, εφόσον αυτή μπορεί να δημιουργήσει κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων».

Η Επιτροπή Δεοντολογίας της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ), αρμόδια για την εξέταση αυτών των αιτημάτων, επιβεβαίωσε στο Solomon ότι ο κ. Μαντζούφας δεν είχε αιτηθεί άδεια για τη μετακίνησή του.

Στις 6 Φεβρουαρίου 2025, η Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει περαιτέρω στη διερεύνηση της υπόθεσης.

Απευθύναμε ερωτήματα στο πρώην στέλεχος του Ταμείου Ανάκαμψης ωστόσο μέχρι τη δημοσίευση δεν λάβαμε απαντήσεις.

«Περιστρεφόμενες πόρτες» στην Ελλάδα

Το ζήτημα της σύγκρουσης συμφερόντων, που προκύπτει από τη μετακίνηση βασικών υπαλλήλων του Δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα, είναι γνωστό ως το φαινόμενο της «περιστρεφόμενης πόρτας» (revolving door).

Τον Αύγουστο του 2019, δύο μήνες μετά την έλευσή της στην εξουσία, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ψήφισε τον νόμο για το επιτελικό κράτος, όπου μεταξύ άλλων περιλαμβανόταν και η ίδρυση της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ).

Καταργώντας παλαιότερους φορείς όπως το Σώμα Ελεγκτών-Επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης, και την Γενική Γραμματεία Καταπολέμησης Διαφθοράς, η Επιτροπή Δεοντολογίας της ΕΑΔ ανέλαβε την αποστολή της «μηδενικής ανοχής στη διαφθορά και της ενίσχυσης της διαφάνειας και των μηχανισμών λογοδοσίας στη Δημόσια Διοίκηση».

Ο νόμος φιλοδοξεί (άρθρο 68, παρ. 1) να προσφέρει μια δικλείδα ασφαλείας και στο ζήτημα της μεταπήδησης στελεχών του δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα.

Το Solomon διερεύνησε το ζήτημα της σύγκρουσης συμφερόντων, εξετάζοντας τις αποφάσεις της Επιτροπής Δεοντολογίας της ΕΑΔ. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ μας, και την ανάλυση των αποφάσεων που έχουν δημοσιευτεί έως και σήμερα:

-Παρότι στις αρμοδιότητες της Επιτροπής Δεοντολογίας υπάγονται δυνητικά χιλιάδες εργαζόμενοι του Δημοσίου, μέσα σε σχεδόν πέντε χρόνια (2021-2025) η Επιτροπή ασχολήθηκε με υποθέσεις που αφορούσαν μόλις 13 φυσικά πρόσωπα. Από το 2021 έως το 2023, η Επιτροπή εξέτασε τρία αιτήματα κάθε χρόνο. Το 2024 σημειώθηκε αύξηση στον όγκο του έργου της, όπως υπογράμμισε στις απαντήσεις της στο Solomon. Ωστόσο, από τις οκτώ υποθέσεις, οι τέσσερις αφορούσαν το ίδιο πρόσωπο, ενώ μία ήταν επανεξέταση αιτήματος που είχε απορριφθεί το 2023.
-Σε επτά περιπτώσεις, παρότι επισημάνθηκε – σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό – πιθανότητα σύγκρουσης συμφερόντων ή άσκησης επιρροής, η Επιτροπή τελικά ενέκρινε τις αιτήσεις, επιβάλλοντας όρους που είναι στην πράξη δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να ελεγχθούν.
-Η Ελλάδα δεν ακολουθεί τις συστάσεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και τις καλές πρακτικές άλλων χωρών, οι οποίες θα μπορούσαν να προσφέρουν ένα αυστηρότερο πλαίσιο. Η Επιτροπή Δεοντολογίας παραδέχτηκε στο Solomon ότι θα μπορούσε να εκπληρώσει καλύτερα τον ρόλο της, με νομοθετική ενίσχυση των αρμοδιοτήτων της.

Εικονογράφηση @ Γαλάτεια Ιατράκη/Solomon


Η περίπτωση Βαρβιτσιώτη

Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση, στην οποία η Επιτροπή Δεοντολογίας της ΕΑΔ θα μπορούσε να αποδείξει τη χρησιμότητά της αλλά μάλλον απέτυχε, αφορά τον πρώην υπουργό και βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη.

Ο Βαρβιτσιώτης ήταν υπουργός Ναυτιλίας έως και τις 11 Νοεμβρίου 2023, όταν παραιτήθηκε λόγω των αντιδράσεων που δημιούργησαν οι δηλώσεις που έκανε μετά τον θάνατο του Αντώνη Καρυώτη κατά την επιβίβασή του στο Blue Star Horizon.

Στα τέλη Ιανουαρίου 2024 παραιτήθηκε και από βουλευτής. Τις ημέρες που ακολούθησαν, εξέφρασε αόριστα την πρόθεσή του να εργαστεί στον τομέα της ναυτιλίας.

Επικαλούμενα τον νόμο για το επιτελικό κράτος, δημοσιεύματα ανέφεραν πως η ιδιότητα του πρώην υπουργού Ναυτιλίας θα απέκλειε τη δυνατότητα να εργαστεί στον τομέα, εικάζοντας πως πιθανόν να χρειαστεί να καταφύγει σε κάποιο τέχνασμα (π.χ. να εργάζεται «αμισθί»). Αλλά η Επιτροπή Δεοντολογίας της ΕΑΔ παρουσίασε ένα σκεπτικό που εξέπληξε.

Σύμφωνα με την σχετική απόφαση, δεν ανέκυπτε ζήτημα να αναλάβει ένας τέως υπουργός Ναυτιλίας – με δύο θητείες – θέση διευθύνοντος συμβούλου στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, τα μεγαλύτερα ναυπηγεία της χώρας. Η αιτιολογία που παρουσιάστηκε ήταν πως η επένδυση, με την οποία τα ναυπηγεία τέθηκαν εκ νέου σε λειτουργία, επιβλέφθηκε από το υπουργείο Ανάπτυξης και όχι το υπουργείο Ναυτιλίας. 

Ένα μέλος της επιτροπής μειοψήφησε επισημαίνοντας σύγκρουση συμφερόντων. Κατά την άποψή του, οι δραστηριότητες των Ναυπηγείων συνδέονται άμεσα με τις αρμοδιότητες που είχε ο Βαρβιτσιώτης ως υπουργός, παρότι στη διαδικασία της επένδυσης δεν ενεπλάκησαν διευθύνσεις υπό τη δική του εποπτεία.

Ο μοναδικός όρος που τέθηκε στον Βαρβιτσιώτη ήταν να μην εκπροσωπήσει ο ίδιος, για ένα έτος μετά τη λήξη της θητείας του ως υπουργός, την εταιρεία σε οποιαδήποτε συνάντηση με την ηγεσία ή στελέχη του υπουργείου.

Σε τηλεφωνική επικοινωνία του Solomon με τον κ. Βαρβιτσιώτη, ο CEO των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά σημείωσε πως είναι «ο μόνος πρώην υπουργός που ακολούθησε τη διαδικασία της προσφυγής στην Επιτροπή Δεοντολογίας της ΕΑΔ». Πρόσθεσε πως ο φάκελος που κατέθεσε στην Επιτροπή ήταν πλήρης και αποδείκνυε ότι, ως υπουργός, δεν είχε κανέναν εποπτικό ρόλο που να αφορούσε στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά.

«Πήγαινε αλλά μακριά από διαπραγματεύσεις»

Ο τέως γενικός γραμματέας υπηρεσιών υγείας, με θητεία από τον Σεπτέμβριο του 2019 έως τον Ιούλιο του 2023, όταν και παραιτήθηκε, αιτήθηκε από την Επιτροπή Δεοντολογίας άδεια να αναλάβει θέση γενικού διευθυντή στην PhARMA Innovation Forum (PIF) Greece, έναν σύνδεσμο που εκπροσωπεί 26 φαρμακευτικές εταιρείες, με στόχο την προώθηση καινοτόμων θεραπειών στην Ελλάδα.

Στην απόφασή της, τον Οκτώβριο του 2023, η Επιτροπή Δεοντολογίας αναγνωρίζει ρητά ότι, λόγω της θητείας του και των γνωριμιών του στο υπουργείο Υγείας, θα μπορούσε να ασκήσει επιρροή πιο εύκολα σε θέματα αρμοδιότητάς του. Ωστόσο, παρά τις επιφυλάξεις, εγκρίνει ομόφωνα την πρόσληψή του.

Ο μοναδικός όρος που του τίθεται είναι η υποχρέωση να απέχει από διαπραγματεύσεις και τη σύναψη συμβάσεων. Πώς, όμως, μπορεί να διασφαλιστεί ότι ένα τόσο έμπειρο στέλεχος, που μάλιστα αναλαμβάνει τη θέση του γενικού διευθυντή, θα τηρήσει την υποχρέωση να απέχει από διαπραγματεύσεις και τη σύναψη συμβάσεων;

Στο δελτίο Τύπου, η PhARMA Innovation Forum Greece υπογραμμίζει το «σημαντικό έργο» του αιτούντα κατά τη θητεία του στο υπουργείο Υγείας, εστιάζοντας στη συμβολή του στην πρόσβαση ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες και στη βελτίωση του συστήματος Υγείας. Η συνεργασία του με το PIF, σημειώνεται, «θα του επιτρέψει να συνεχίσει αυτή την πορεία», ευθυγραμμιζόμενη με τους στόχους του Forum για την προώθηση καινοτόμων θεραπειών στην Ελλάδα (έμφαση δική μας).

Σε γραπτή επικοινωνία με το Solomon, ο γενικός διευθυντής του Συνδέσμου δήλωσε: «Η Επιτροπή Δεοντολογίας […] αποφάνθηκε ότι δεν υφίσταται ζήτημα σύγκρουσης συμφερόντων με την προηγούμενη θέση μου». Τόνισε, επίσης, πως «είναι πάγια αρχή μου ο σεβασμός στις αποφάσεις των Ανεξάρτητων Αρχών καθώς και της Ελληνικής Δικαιοσύνης».

Η περίπτωση του Αντιπροέδρου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

Τον Ιανουάριο του 2024, η Επιτροπή Δεοντολογίας κλήθηκε να εξετάσει ένα πρωτοφανές αίτημα. 

Ο πρώην Α’ Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς είχε μόλις παραιτηθεί από τη θέση, στην οποία υπηρέτησε για περισσότερα από τέσσερα χρόνια. Το στέλεχος ζητούσε από την Επιτροπή να αποφασίσει σχετικά με το «αν υφίσταται εν γένει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της προτέρας θέσης του ως Α΄ Αντιπροέδρου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και μίας τυχόν μελλοντικής θέσης σε οποιαδήποτε επενδυτική εταιρεία εποπτευόμενη από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς».

Η Επιτροπή έκρινε απαράδεκτη την αίτησή του λόγω αοριστίας.

Ένα μήνα αργότερα, ο πρώην Α’ Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς επανήλθε με νέα αίτηση. Αυτή τη φορά, ζητούσε άδεια να αναλάβει θέση διευθύνοντος συμβούλου καθώς και να αποκτήσει μετοχική συμμετοχή σε μια νεοσύστατη επενδυτική εταιρεία (ΑΕΠΕΥ).

Η Επιτροπή απέρριψε εκ νέου την αίτηση, καθώς είχε υποβληθεί πριν ολοκληρωθεί επίσημα η αποδοχή της παραίτησής του. Τον Μάρτιο του 2024, το στέλεχος κατέθεσε εκ νέου το αίτημά του. 

Η Επιτροπή Δεοντολογίας αποφάσισε ομόφωνα να το απορρίψει. Οι λόγοι ήταν ξεκάθαροι: διαπιστωνόταν σαφής σχέση εποπτεύοντος-εποπτευόμενου μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της εταιρείας, ενώ κρίθηκε πως οι αρμοδιότητες που είχε κατά τη θητεία του παρουσίαζαν σημαντική συνάφεια με τις δραστηριότητες της θέσης που επιδίωκε. Επιπλέον, η συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο μιας τέτοιας εταιρείας κρίθηκε ότι δημιουργούσε δυνητική σύγκρουση συμφερόντων.

Τον Μάιο του 2024, υπέβαλε νέα αίτηση. Αυτή τη φορά, πρότεινε να εργαστεί στην ίδια εταιρεία, «αποκλειστικά ως διαπραγματευτής παραγώγων» και χωρίς διοικητική θέση, και συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο ή το διοικητικό συμβούλιο.

Η Επιτροπή τελικά ενέκρινε την αίτηση, θέτοντας έναν όρο με ισχύ ενός χρόνου που γεννά ερωτήματα για το πόσο πρακτικός και ελέγξιμος είναι: εάν κλιμάκιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς πραγματοποιήσει έλεγχο στην εταιρεία, ορίζει η απόφαση, ο πρώην Αντιπρόεδρος Α’ της οφείλει να απουσιάζει.

Η ΕΑΔ και τα κενά στη ρύθμιση σύγκρουσης συμφερόντων

Από τον Ιούλιο του 2022, η ΕΑΔ λειτουργεί υπό καθεστώς προσωρινής διοίκησης, με την Αλεξάνδρα Ρογκάκου να εκτελεί χρέη αναπληρώτριας διοικήτριας, μετά την παραίτηση του προηγούμενου διοικητή, Άγγελου Μπίνη. 

Οργανώσεις πολιτών έχουν καταγγείλει καταχρηστική χρήση της διαδικασίας «αναπλήρωσης», ενώ το υπουργείο Εσωτερικών άλλαξε πρόσφατα τα τυπικά προσόντα για τη θέση του διοικητή, σε μια ρύθμιση που θεωρήθηκε «φωτογραφική» υπέρ της κας Ρογκάκου.

Ο Στέφανος Λουκόπουλος, διευθυντής της ανεξάρτητης, μη κερδοσκοπικής πρωτοβουλίας ανοικτής διακυβέρνησης Vouliwatch, επισήμανε ελλείψεις στη νομοθεσία της διαχείρισης της σύγκρουσης συμφερόντων.

«Το πρόβλημα δεν προκύπτει μόνο κατά τη διαδικασία σύνταξης του νόμου, αλλά και κατά την εφαρμογή και την παρακολούθηση της εφαρμογής των νόμων. Η έλλειψη επαρκούς ή αποτελεσματικού ελέγχου, η de facto πρακτική της μη επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης του νόμου, η έλλειψη επαρκών εγγυήσεων, η έλλειψη διαφάνειας των ενεργειών (ή παραλείψεων) των αρμόδιων Αρχών και η συνακόλουθη έλλειψη εμπιστοσύνης του κοινού στις δράσεις του δημόσιου τομέα είναι μερικά από τα ζητήματα που έχουν προκύψει με την πάροδο των ετών», είπε ο Λουκόπουλος στο Solomon.

«Τα στοιχεία που υποβάλλονται για την πρόληψη περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων, καθώς και τα στοιχεία σχετικά με τον έλεγχο που διενεργείται από τους αρμόδιους φορείς στον συγκεκριμένο τομέα, δεν είναι κατά κανόνα δημόσια ούτε καν με τη μορφή στατιστικής απεικόνισης», πρόσθεσε.

Προβλήματα στο ελληνικό νομικό πλαίσιο για τη σύγκρουση συμφερόντων επισημαίνει και η Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς, μια οργάνωση που προάγει τη διαφάνεια και την καταπολέμηση της διαφθοράς. 

Ο πρόεδρός της, Γιώργος Χατζηγιαννάκης, ανέφερε στο Solomon ότι ένα από τα κενά αφορά την άνιση μεταχείριση μετακλητών υπαλλήλων, ανάλογα με το ποιος τους διορίζει – είτε υπουργός είτε διοικητής Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), όπως ο Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ). 

Ακόμη, όπως και το VouliWatch, η Διεθνής Διαφάνεια σημειώνει πως σχετικά με το ζήτημα της σύγκρουσης συμφερόντων ως προς το ειδικότερο φαινόμενο των «περιστρεφόμενων θυρών», δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία πλην των αποφάσεων της Επιτροπής Δεοντολογίας, που είναι προσβάσιμες στο κοινό.

Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), στις συστάσεις που έκανε το 2024 στην Ελλάδα για την πρόληψη και αντιμετώπιση της σύγκρουσης συμφερόντων, προτείνει τη βελτίωση του πλαισίου για τις περιπτώσεις «περιστρεφόμενων θυρών». Συγκεκριμένα, προτείνει ενιαίες πολιτικές για τις περιόδους αναστολής (cooling-off periods) και πλήρη απαγόρευση σε πρώην δημόσιους υπαλλήλους να εργάζονται σε εταιρείες που σχετίζονται με τα προηγούμενα καθήκοντά τους.

Υπάρχουν παραδείγματα χωρών που εφαρμόζουν πιο αυστηρούς κανόνες. Στην Ιταλία, όσοι κατείχαν υψηλές θέσεις στη δημόσια διοίκηση δεν μπορούν για τρία χρόνια να ασκήσουν συναφή καθήκοντα στον ιδιωτικό τομέα. Στην Ισπανία, εταιρείες που παραβιάζουν τη διετή περίοδο αναστολής κινδυνεύουν να χάσουν το δικαίωμα να συνάπτουν συμβάσεις με το Δημόσιο, εφόσον η παράβαση καταγραφεί επίσημα. 

Πηγή: Solomon

Σχόλια